Tην Κυριακή 19/10/2015 στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κορωπίου πραγματοποιήθηκε η παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου «ΝΙΚΗ» του συγγραφέα Χρήστου Χωμενίδη. Η εκδήλωση ήταν σε συνεργασία με το Βιβλιοπωλείο «ΠΡΟΦΗ» και τον Αθλητικό Σύλλογο «ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ». Τον συγγραφέα προλόγισε ο κ. Γιώργος Πρόφης, πρόεδρος του συλλόγου “ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ”.
Ο κ. Χωμενίδης αναφερόμενος στο βιβλίο του «ΝΙΚΗ», μεταξύ άλλων είπε : «’Οταν γεννήθηκε η κόρη μου, σκεπτόμουν ότι η μικρή Νίκη έπρεπε να μάθει την ιστορία της μεγάλης Νίκης, της γιαγιάς της. Στην αρχή, σκόπευα να τα γράψω υπό μορφήν μιας μεγάλης επιστολής. Μετά συνειδητοποίησα ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν το υλικό για ένα μυθιστόρημα. Η Νίκη Αρμάου, λοιπόν, είναι βασισμένη στη μάνα μου, Νίκη Νεφελούδη. Η ηρωίδα όμως είναι ένα μυθιστορηματικό πρόσωπο, όπως συμβαίνει με όλα τα άλλα πρόσωπα του βιβλίου. Αποτελούν τις αντανακλάσεις ανθρώπων που έζησαν και έδρασαν στ’αλήθεια. Σαν συγγραφέας μένω πιστός όχι στο γράμμα αλλά στο πνεύμα της ιστορίας του καθενός και της Ιστορίας.»
‘Ένα πράγματι συναρπαστικό μυθιστόρημα όπου οι ήρωες είναι ολοζώντανοι, η ατμόσφαιρα της εποχής περιγράφεται με πειστικότητα και ρεαλισμό, με αντικειμενικότητα στις ιδεολογίες, με τέλειο συνδυασμό της ιστορίας με τη μυθοπλασία. ‘Ένα μυθιστόρημα που λόγω του ύφους του, που έχει μία ζωντάνια και έναν ρυθμό, σε αναγκάζει να μην το αφήσεις απ’τα χέρια σου.
Οι άνθρωποι της «Νίκης» είναι η Ιστορία της Ελλάδας στον 20ο αιώνα. Και αυτό γιατί ο συγγραφέας πιστεύει πως «για να απελευθερωθείς από το παρελθόν, πρέπει να το μάθεις».
Τέλος, ακολούθησε μία όμορφη και ενδιαφέρουσα συζήτηση , όπου ο συγγραφέας απάντησε σε ερωτήσεις του κοινού και υπέγραψε βιβλία του.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου «ΝΙΚΗ»
Έζησε κάποτε ένα κορίτσι που βρέφος εβδομήντα ημερών το συνέλαβαν και το έστειλαν εξορία στις Κυκλάδες.
Έζησε κάποτε ένα κορίτσι που –στη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου– η οικογένειά του κόπηκε στα δύο, όμως εκείνο δεν έπαψε στιγμή να αγαπάει κανέναν τους.
Έζησε κάποτε ένα κορίτσι που –όταν γεννήθηκε– ο πατέρας του ήταν «ο ηρωικός αρχηγός των εργατών» και –όταν μεγάλωσε– έγινε «ο προδότης της εργατικής τάξης». Κι ας μην είχε προδώσει τίποτα από ό,τι πίστευε.
Έζησε κάποτε ένα κορίτσι που πέρασε όλη του την εφηβεία στη βαθιά παρανομία. Κλεισμένο σε ένα σπίτι, με ψεύτικο όνομα, χωρίς να πηγαίνει στο σχολείο, χωρίς να κάνει παρέες. Γιατί ήξερε πως, εάν οι Αρχές ανακάλυπταν ποιοι ήταν οι γονείς του, θα τους εκτελούσαν.
Κι όταν επέστρεψε στην ελευθερία, το κορίτσι εκείνο ερωτεύτηκε παράφορα, κόντρα στη θέληση και στην ανοχή της οικογένειάς του.
Το κορίτσι λεγόταν Νίκη. Και ήταν η μάνα μου.